Πάντα με συνέπαιρνε η ιστορία. Μπορεί να μη θυμάμαι ημερομηνίες, μα πάντα συγκρατούσα την ουσία. Την ουσία των μαχών, των ιδεολογικών ρευμάτων, των λόγων που εκφώνησαν άνθρωποι οι οποίοι άλλαξαν το ρου της ιστορίας. Σκέφτηκα να αποτυπώσω τις σκέψεις τους ένα βράδυ, σε συνάρτηση με το πόσο συχνά επικαλούμαστε τις πράξεις τους ,αλλά πόσο λίγο τους ακούμε και κατέληξα στο συμπέρασμα πως πρέπει να αισθάνονται μεγάλη πικρία για τον τρόπο που μεταφράσαμε τα λόγια, μα κυρίως τα έργα τους.
Τι εννοώ:
- Ο κομμουνισμός μίλησε για μια νέα κοινωνία, μια κοινωνία στην οποία θα επικρατεί η ισότητα, εμείς το μεταφράσαμε σε Γκούλανγκ και γενοκτονίες εκατομμυρίων.
- Ο Καστοριάδης μίλησε για μια αριστερά που θα είναι ένας συνεχής αγώνας, αγώνας εναντίον της ροπής του ανθρώπου στην αδράνεια.. Το μεταφράσαμε σε αριστερά με συνδικαλισταράδες που έχουν εκατομμύρια επενδυμένα στη Goldman Sachs.
- Ο Παύλος Μελάς μίλησε για θυσία, θυσιάζοντας στο όνομα της ελευθερίας από κάθε έναν που επιβουλεύεται τη πατρίδα μας, την περιουσία, την εύπορη ζωή και τέλος την ίδια του τη ζωή. Εμείς το μεταφράσαμε σε: «Είναι πολύ μακριά η Κύπρος» ή σε «θα πούμε πως τη σημαία την πήρε ο άνεμος»
- Ο χριστιανισμός μίλησε για Αγάπη, για Συνεργασία, για Εκπαίδευση ("Πίστευε και μη, ερεύνα").Οι θρησκευτικοί ταγοί τα πήραν αυτά και τα μετέφρασαν σε Σταυροφορίες και σε σφαγές «απίστων», ένα «πολιτισμένο» είδος τζιχάντ. Αναρωτιέμαι πότε ο Χριστός κήρυξε και θυσιάστηκε για κάτι τέτοιο. (Αν όντως υπήρξε ως ιστορικό πρόσωπο ο Χριστός. Μικρή σημασία έχει όμως.).
- Ο Σωκράτης έγινε η μύγα που ευχαρίστως θα καταδικάζαμε και εμείς σε θάνατο, γιατί θα μας δίδασκε τι πάει να πει άνθρωπος, τι πάει να πει Έλληνας και θα μας τόνιζε, πως δεν είμαστε σήμερα, μήτε το ένα, μήτε το άλλο. Μας είπε, Έλληνας πως είναι ο λάτρης του κάλους, της φιλοσοφίας, ο μοναχικός καβαλάρης της αρετής και του φωτός, ο άνθρωπος που θα δώσει τη ζωή του για να γονιμοποιηθεί ένα πιο ελπιδοφέρον αύριο. Ο Έλληνας στη σκέψη, όχι στα μπράτσα και στα τάγματα εφόδου στην Ομόνοια, ούτε στην αστυνομική ταυτότητα κάτω από τη σημείωση: «Ιθαγένεια» . Έλληνας, σαν επιθετικός προσδιορισμός, σαν τίτλος τιμής, όπως κάποτε απονέμονταν τίτλοι όπως ιππότης, νίντζα, κτλ.
- Ο Αχιλλέας, αναγνώρισε τα ψυχικά αποθέματα του Πριάμου που τον οδήγησαν στη σκηνή του για να ικετέψει να ταφεί το σώμα του νεκρού του γιού, διακινδυνεύοντας τη ζωή του και μας μίλησε για το σεβασμό που πρέπει να δείχνουμε ακόμα και στον αντίπαλο όταν είναι σε μειονεκτική θέση από εμάς, όταν είναι πεσμένος να μη τον χτυπάμε. Εμείς το μεταφράσαμε σε ομαδικές επιθέσεις εναντίον εξασθενημένων ανθρώπων που δεν έχουν σπίτι, οικογένεια και ελπίδα και ταξίδεψαν όλον τον πλανήτη για ένα πιάτο φαγητό.
- Ο Αριστοτέλης μας μίλησε για τον τρόπο που πρέπει να γίνεται η επιστήμη και η ανταλλαγή επιχειρημάτων. Εμείς το μεταφράσαμε σε: «Αυτό που σου λέω εγώ» και «Ξέρεις ποιος είμαι εγώ ΡΕ;». Μας δίδαξε επίσης πως γίνεται μια συνετή διαχείριση της οικονομίας. Εμείς θαμπωθήκαμε από τα “swap” και από τα διακοποδάνεια, θαμπωθήκαμε από το εύκολο χρήμα του Χρηματιστηρίου που τελικά ήταν όντως εύκολο, αλλά για λίγους που εκμεταλλεύτηκαν την κουτοπονηριά μας.
- Οι ίδιες ιδέες διακατέχουν το πάθος των κολασμένων, των ανθρώπων που διψάνε για ένα καλύτερο αύριο, ένα πιο δίκαιο αύριο. Η ίδια φλόγα στα μάτια των κατατρεγμένων πρωτοχριστιανών, η ίδια φλόγα στα μάτια των αριστερών που πήραν τα βουνά, η ίδια φλόγα στα μάτια των αγωνιστών που ορκίστηκαν Ελευθερία ή Θάνατο στις 23 Μαρτίου 1821, η ίδια φλόγα πριν από το κρότο που σίγησε την καρδιά του Σολωμού στον ιστό στα Κατεχόμενα. Εμείς το μεταφράσαμε σε αριστερά, σε δεξιά και σε παραμύθια για μικρά παιδιά.
- Κάποτε μιλήσαμε για το δικαίωμα καθενός να εργάζεται και να ολοκληρώνει μέσα από αυτό τη προσωπικότητά του. Το μεταφράσαμε σε προγράμματα “voucher” και σε «ενοικιαζόμενους υπαλλήλους».
- Κάποτε έδωσαν τα νιάτα τους άνθρωποι για αυτό μας το δικαίωμα ή για το δικαίωμα στο 8ωρο ή για το δικαίωμα της ψήφου. Γιατί τα απεμπολήσαμε τόσο εύκολα; Γιατί τα μεταφράσαμε σε συνδικαλιστές - πιόνια κομματικών σωλήνων;
- Κάποτε ακούστηκε μια λέξη σπουδαία, που θα έμελλε να είναι η αέναη ουτοπία του πλανήτη. Όταν ο Σόλων ξεστόμισε τον όρο «Δημοκρατία» και από τότε ψάχνουμε να τον εφαρμόσουμε, χωρίς να καταλάβουμε πόσο μεγάλη ευθύνη είναι το να συμμετέχεις σε αυτήν. Την πήραμε και αυτήν και τη μεταφράσαμε σε «πράξεις νομοθετικού περιεχομένου» και σε δανειακές συμβάσεις που δε περνάνε προς ψήφιση από τη Βουλή. Τόση Δημοκρατία είχαμε να δούμε από τη Χούντα.
Όλες οι σπουδαίες ιδέες έχουν στο μυαλό τους να αφυπνίσουν τον άνθρωπο, να τον πάρουν από ανθρωποπιθικάκι, να τον εξευμενίσουν και να τον αναγάγουν σε Άνθρωπο. Τον άνθρωπο στο ποίημα του Λειβαδίτη: «Αν θες να λέγεσαι άνθρωπος».
Κάπου χάσαμε το δρόμο, ίσως ήρθε η ώρα να ξαναβρούμε την ουσία στη ζωή μας.
Να πάψουμε να κατηγορούμε τις ιδέες γιατί μας χωρίζουν, και να κατηγορήσουμε τους ανθρώπους που τις οικειοποιήθηκαν για δικό τους όφελος και έκαναν τις λέξεις να χάσουν την ουσία τους. Να κατηγορήσουμε επίσης και τον ίδιο μας τον εαυτό όταν για το μικροσυμφέρον του γίνεται ο μεγαλύτερος εχθρός του κοινωνικού συνόλου.
"Οι όχλοι ποτέ δε δίψασαν γι αλήθειες. Αποστρέφονται ολοφάνερα τα πράματα που τους δυσαρεστούν, και προτιμούν να θεοποιούν την πλάνη, αν η πλάνη τους γοητεύει. Εκείνος που ξέρει να τους προκαλεί ψευδαισθήσεις, γίνεται εύκολα ο αφέντης τους, και εκείνος που προσπαθεί να τους απαλλάξει από τις ψευδαισθήσεις τους γίνεται πάντοτε το θύμα τους."
Gustave Le Bon - "Η ψυχολογία του όχλου"
Το μόνο σίγουρο, όλοι αυτοί οι άνθρωποι αν ζούσαν, θα μας έλεγαν να μην ξαναπιάσουμε στο στόμα μας το έργο και το όνομά τους. Αυτοί έκαναν την προσπάθειά τους, μην τους έχουμε συνέχεια ως δικαιολογία για τα δικά μας ατοπήματα.
Και ρώτησε τον κόσμο που ήταν συγκεντρωμένος:
"Να δώσω χάρη στον Ιησού το Ναζωραίο ή στο Βαραβά;"
Και ο όχλος απάντησε: "Στο Βαραβά, στο Βαραβά"
Νικόλαος Γ. Σαμπάτης